της Άννας Μαρινάκη.
Με έναν,
αν μη τι άλλο, μακάβριο τρόπο αποτυπώνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες η
κατάρρευση των παραδοσιακών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης: Στην ιστοσελίδα
Newspaper Death Watch κάθε ημέρα αναρτάται κι ένας καινούργιος…
“θάνατος” ενός μικρού ή μεγαλύτερου παραδοσιακού Μέσου Ενημέρωσης. Οι
“θάνατοι” δεν είναι τυχαίοι…
Η
συνολική διαφημιστική δαπάνη έχει συρρικνωθεί δραματικά από την έναρξη
της οικονομικής κρίσης, μαζί με τις κυκλοφορίες των καθημερινών και
κυριακάτικων εφημερίδων. Οι πολίτες στέκονται επικριτικοί απέναντι στις
πολιτικές και οικονομικές εξαρτήσεις της δημοσιογραφίας, ενώ οι
ιδιοκτήτες των ΜΜΕ προχωρούν σε μειώσεις προσωπικού, μισθών, αριθμού
φύλλων και τελικά σε λουκέτα.
Την
εικόνα της γενικότερης κατάρρευσης έρχεται να ανατρέψει η αναζήτηση ενός
εναλλακτικού, μη κερδοσκοπικού μοντέλου δημοσιογραφίας. Πρόκειται για
ένα σχήμα που βασίζεται σε μικρότερα και λειτουργικά newsrooms, στην
ανεξαρτησία από τις διαφημίσεις, σε σαφή διαδικτυακή παρουσία και σε
νέες πηγές εσόδων. Το παράδειγμα της ProPublica στάθηκε πρωτοπόρο και
άνοιξε τον δρόμο για την επικράτηση ανεξάρτητων ειδησεογραφικών και
επαγγελματικών διαδικτυακών ιστότοπων.
Βασικές πληροφορίες για την ProPublica
Η ιστοσελίδα ProPublica
παρουσιάστηκε τον Οκτώβριο του 2007 ως μη κερδοσκοπικό newsroom που
παρέχει ειδήσεις και υπερασπίζεται το δημόσιο συμφέρον από την ιδιωτική
ασυδοσία «μέσω μιας δημοσιογραφίας που ρίχνει φως στην εκμετάλλευση των
αδύνατων από τους ισχυρούς και στις αποτυχίες των ανθρώπων της εξουσίας
να δικαιώσουν τις ελπίδες αυτών που τους εξέλεξαν».
Μόνο το
2010 δέχθηκε επισκέψεις από 13 εκατομμύρια Αμερικανούς,
υπερδιπλασιάζοντας το κοινό της μέσα σε ένα χρόνο. Επιλεκτικά
προσλαμβάνει έμπειρους δημοσιογράφους πλήρους απασχόλησης, με
αποκλειστικό αντικείμενο την ερευνητική δημοσιογραφία. Η στρατηγική της
απέδωσε καρπούς στα πολύκροτα ρεπορτάζ για τα “golden boys”
της Wall Street, για τον τυφώνα «Κατρίνα», για τις υπεράνθρωπες
προσπάθειες των γιατρών στη Νέα Ορλεάνη αλλά και για την άθλια κατάσταση
ιδιωτικών ψυχιατρείων που οδηγούν σε πρόωρο θάνατο ασθενείς
επιδιώκοντας το μέγιστο κέρδος.
Πρώτος διευθυντής της ProPublica ήταν
ο Paul Steiger, ο οποίος στο παρελθόν υπήρξε αρχισυντάκτης στη Wall
Street Journal. Όταν έφτασε στα 65 του, εκεί που οι συνάδελφοί του
έβγαιναν στη σύνταξη, αυτός τόλμησε το πείραμα που λέγεται
“Δημοσιογραφία κοινής ωφέλειας”. Σήμερα τη διεύθυνση της ιστοσελίδας
έχει ο Stephen Engelberg, ο οποίος υπήρξε πρώην συντάκτης ερευνητικής
δημοσιογραφίας στους New York Times και ο Richard Tofel, πρώην βοηθός
έκδοσης της Wall Street Journal.
Με έδρα
το Μανχάταν, η ProPublica αρχικά αριθμούσε 28 δημοσιογράφους ερευνητικής
δημοσιογραφίας πλήρους απασχόλησης για να φτάσει σήμερα αισίως τους 45
με υπογραφές όπως αυτές των Charles Ornstein, Tracy Weber, Jeff Gerth,
και Marcus Stern.
Ο μεγάλος αριθμός των ερευνητών δημοσιογράφων έκανε την ProPublica πρωτοπόρα
στο είδος, αφού σύμφωνα με έρευνα του πανεπιστημίου της Αριζόνα στις
100 αμερικάνικες καθημερινές εφημερίδες, το 37% δεν έχει ερευνητές
δημοσιογράφους, ενώ μόλις το 10% των εφημερίδων έχει 4 ή περισσότερους.
Η επιλογή του επιτελείου της ProPublica πέρασε
από ένα 12μελές συμβούλιο επαγγελματιών δημοσιογράφων, το οποίο
χρειάστηκε να επιλέξει τους καλύτερους ανάμεσα σε 850 επαγγελματίες που
θέλησαν από την αρχή να ενταχθούν στο δυναμικό της.
Η
ProPublica αποτέλεσε το πνευματικό παιδί των δισεκατομμυριούχων Herbert
και Marion Sandler, που ήταν διευθύνοντες σύμβουλοι της Golden West
Financial Corporation και επένδυσαν στο αρχικό πρότζεκτ $10 εκατομμύρια.
Με τη σειρά τους προσέλαβαν τον Steiger, ο οποίος ανέλαβε μετά από την
εξασφάλιση πλήρους ελευθερίας δημοσιογραφικών κινήσεων και επιλογών.
To δημοσιογραφικό μοντέλο της ProPublica
Το
δημοσιογραφικό μοντέλο της ProPublica στηρίζεται στους δημοσιογράφους
των παραδοσιακών μέσων με ένα σφιχτό newsroom που επικεντρώνεται στην
ερευνητική δημοσιογραφία και επιζητά συνεργασίες με τα υπόλοιπα
παραδοσιακά μέσα. Με μότο “Δημοσιογραφία για το Δημόσιο Συμφέρον” και
την αμέριστη βοήθεια των εθελοντών, η ProPublica
έχει κερδίσει ήδη τρία βραβεία Pulitzer, ενώ ο συντάκτης της Jesse
Eisinger επεξηγεί το δημοσιογραφικό μοντέλο της ιστοσελίδας ως εξής:
“Εξακολουθούμε να μιλάμε με πάρα πολύ κόσμο, κάνουμε εκτενείς έρευνες,
μας ενδιαφέρει η ακρίβεια των στοιχείων και δεν βάζουμε τις προσωπικές
μας απόψεις στα ρεπορτάζ. Κάνουμε δηλαδή παραδοσιακή δημοσιογραφία και
αυτό το θεμελιώδες στοιχείο δεν αλλάζει επειδή παρουσιάζουμε τη δουλειά
μας στο διαδίκτυο”.
Στην
δημοσιογραφική τους πρακτική αποκλείονται οι συνεργασίες με πολιτικούς ή
“ομάδες συμφερόντων”, ενώ επικεντρώνονται στις κρίσιμες λειτουργίες
επιχειρηματιών και κυβερνήσεων σε τομείς όπως οι απάτες, η ασφάλεια αλλά
και οι ατέλειες στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης. Ταυτόχρονα στοχεύουν
σε θεσμούς, ενώσεις, πανεπιστήμια, νοσοκομεία και ιδρύματα αλλά και στα
ίδια τα Μέσα Ενημέρωσης, όταν καταχρώνται τη δημόσια εμπιστοσύνη.
Πληθώρα
των ερευνών της παραχωρούνται και δημοσιεύονται δωρεάν σε μεγάλο αριθμό
παραδοσιακών μέσων. Λειτουργεί έτσι ως δημοσιογραφικό «pool» (δεξαμενή
ενημέρωσης) κοινής ωφέλειας με τον Στάιγκερ να τονίζει: «Είναι καλύτερα
να έχεις μια καλή ιστορία στην πρώτη σελίδα παρά σε 50 εφημερίδες στη
σελίδα 19». Ο συντάκτης Jesse Eisinger προσθέτει: «Αν δουλεύαμε μόνοι
μας, χωρίς τη συνεργασία των άλλων μέσων, θα ήταν πολύ δύσκολο να
χτίσουμε μία σοβαρή φήμη και να βρούμε κοινό για τα θέματά μας».
Με
βασικούς συνεργάτες την Amazon, την Boston Globe, τη Chicago Tribune,
τον Guardian, τους New York Times και το Vice, η ProPublica μεγιστοποιεί
τον αντίκτυπο της. Από το 2008 έως σήμερα έχουν περισσότερους από 127
συνεργαζόμενους δημοσιογραφικούς οργανισμούς, ενώ όλες οι ιστορίες της
είναι διαθέσιμες για αναδημοσίευση.
Η ProPublica
κατέχει την πρωτοκαθεδρία στην απονομή βραβείων Pulitzer σε διαδικτυακό
ιστότοπο. Σήμερα μετράει τρία Pulitzer και βραβεία όπως το Peabody, το
MacArthur και δύο βραβεία Εmmy για τη δουλειά της σε πολεμικά μέτωπα.
Παράλληλα η ιστοσελίδα αναδημοσιεύει έρευνες άλλων, κάνοντας follow up
έτσι ώστε να αποκτήσει διαδικτυακές συνδέσεις με άλλα μέσα και να
προωθήσει την έρευνα.
Ενδεικτικά,
η έρευνα που έριξε φως στη συνωμοσία τραπεζιτών της Wall Street, όταν
εν γνώσει τους απέκρυψαν την πραγματικότητα της οικονομικής κρίσης στους
πελάτες τους και προσεταιρίσθηκαν τα κέρδη, κράτησε περίπου 1,5 χρόνο
και μέσα από 23 ρεπορτάζ οι ερευνητές δημοσιογράφοι έκαναν πίνακες,
γραφικά, κινούμενα σχέδια, ενώ συνέθεσαν ακόμη και τραγούδι προκειμένου
να κάνουν το θέμα κατανοητό στο μέσο αναγνώστη.
Ο
δημοσιογράφος της ProPublica είναι ο νέος δημοσιογράφος /
προγραμματιστής και δημοσιογράφος / χάκερ που έχει στοχοπροσήλωση να
βοηθήσει τον αναγνώστη να ανακαλύψει τον κόσμο που ζει με μοναδικά
εφόδια τη δημοσιογραφία των δεδομένων και την ερευνητική δημοσιογραφία.
Ταυτόχρονα
ο δημοσιογράφος της καλείται να ακούει τον αναγνώστη, κάνοντας χρήση
των κοινωνικών δικτύων. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή της «Μηχανής
Παραγωγής Μηνυμάτων», μίας είδησης που προέκυψε από δημοσιογράφο της
ProPublica και του The ProPublica Nerd Blog. Εκεί χρήστες του Twitter
εξέφρασαν την απορία τους, όταν δέχθηκαν διαφορετικά e-mails από την
προεκλογική εκστρατεία του Barak Obama. Οι άνθρωποι της ProPublica
ζήτησαν από το κοινό να τους προωθήσει τα e-mails για να καταλήξουν ότι
μεγάλες βάσεις δεδομένων χρησιμοποιούνται σε πολιτικές εκστρατείες
στοχεύοντας με συγκεκριμένο τρόπο σε συγκεκριμένους ιδιώτες.
Η ProPublica παρέχει
στο χρήστη εργαλεία αναζήτησης data, μέσα από προσβάσιμες εφαρμογές που
διατίθενται δωρεάν, ενώ επιζητά τη βοήθεια του, μέσα από συμμετοχικές
πλατφόρμες στην ολοκλήρωση των ερευνών. Εφαρμογές της δίνουν πρόσβαση σε
κυβερνητικά δεδομένα και η δημοσιογραφία των δεδομένων βελτιώνει τον
τρόπο με τον οποίο η δημοσιογραφία συμβάλλει στη δημοκρατία, καθώς
σημαντικός όγκος τους προέρχεται από την ίδια την κυβέρνηση.
Παράλληλα
με τους δημοσιογράφους που δαπανούν χρόνο στην ολοκλήρωση ερευνών, η
ιστοσελίδα ανανεώνει τακτικά τις στήλες της για να κρατήσει
το ενδιαφέρον των αναγνωστών.
Το οικονομικό μοντέλο της ProPublica
H βασική διαφορά της ProPublica
με τα υπόλοιπα δημοσιογραφικά μοντέλα όπως οι New York Times, η Wall
Street Journal ή το CNN, είναι ότι δεν στοχεύει στο κέρδος. Συγκεντρώνει
χρήματα από ιδρύματα και δωρεές πολιτών και χρηματοδοτείται στο σύνολο
της από τη φιλανθρωπία με λειτουργικό μοντέλο που αγγίζει τα 13 εκ.
δολάρια το χρόνο. Καλύπτεται από χρηματοδότηση φιλανθρωπικών ιδρυμάτων,
ευρύτερα γνωστή ως angel – funding, ενώ ανάμεσα τους εντοπίζονται το
ίδρυμα Shandler, οι Atlantic Philanthropies, το ίδρυμα Jeht αλλά και τα
Knight Foundation και MacArthur Foundation.
Η ProPublica αφιερώνει
σχεδόν τα 2/3 των πόρων της στην παραγωγή έρευνας, τη στιγμή που
μεγάλες εφημερίδες ξοδεύουν για τον ίδιο σκοπό το 15-20% των πόρων τους.
Η ιστοσελίδα
δέχεται δωρεές από εύπορους ανθρώπους, ιδρύματα και απλούς πολίτες,
προκειμένου να παραμείνει “μη κερδοσκοπική” και να διασφαλίσει τη
διαφάνεια. Δεν αποδέχεται χρήματα για υπό παραγγελία
ρεπορτάζ. Διατηρεί το δικαίωμα να αρνηθεί προσφερόμενη διαφήμιση, αν
κρίνει ότι είναι παραπλανητική, ανακριβής, παράνομη και έρχεται σε
αντίθεση με τα κριτήρια ηθικής και αξιοκρατίας της ιστοσελίδας. Τέλος,
προβαίνει σε σαφή διαχωρισμό της είδησης και του διαφημιστικού
περιεχομένου.
Στην
ετήσια αναφορά των εξόδων της ιστοσελίδας για το 2015, δηλώνονται
συνολικά έσοδα της τάξης των 12.926.000 δολαρίων, τα οποία επιμερίζονται
σε χρηματοδοτήσεις, διαδικτυακές δωρεές αλλά και εισοδήματα από
περιορισμένες διαφημίσεις. Την ίδια στιγμή, τα έξοδα άγγιξαν τις
12.414.000 δολάρια εκ των οποίων οι 8.182.000 αφορούσε στην αμοιβή
δημοσιογράφων και 6.000 δολάρια για φόρους (ως μη κυβερνητική προσπάθεια
που δέχεται χορηγίες).
Κριτική προσέγγιση
Σοβαρές
ενστάσεις όμως εγείρονται στο κατά πόσο η ProPublica είναι πλήρως
ανεξάρτητη από τα ιδρύματα που τη χρηματοδοτούν. Ενδεικτικά αναφέρεται
ότι μόνο με το Knight Foundation υπάρχουν ιδιαίτερα στενοί δεσμοί. Ο
Paul Steiger, ως πρόεδρος της ProPublica, υπήρξε μελος του Knight
Foundation και όμοια ο Alberto Ibarguen, ως πρόεδρος και CEO του Knight
Foundation, είναι στο Δ.Σ της ProPublica.
Επιπρόσθετα,
η χρηματοδότηση που έλαβε το 2010 της τάξης των $250,000 δημιούργησε
αμηχανία, καθώς προήλθε από τα Open Society Foundations του Soros.
Υπενθυμίζεται ότι ο George Soros είναι από τους βασικότερους “παίκτες”
των διεθνών χρηματιστηρίων με πολιτικές “ανησυχίες”.
Η
ProPublica έχει την πολυτέλεια να λειτουργεί με υψηλά οικονομικά
δεδομένα, καθώς κατά κύριο λόγο χρηματοδοτείται από ένα ζευγάρι
ζάπλουτων τραπεζιτών, οι οποίοι έχουν δείξει τάσεις παρέμβασης στην
αμερικανική πολιτική ζωή, ενώ ο διευθυντής της ιστοσελίδας, Πολ
Στάιγκερ, παρά τις διακηρύξεις του υπέρ των αδυνάτων, δεν αρνείται
ετήσιες αποδοχές 600.000 δολαρίων. Το 2010, μόλις οχτώ υπάλληλοι της
ProPublica είχαν απολαβές μεγαλύτερες των $160,000, ενώ o διευθύνων
σύμβουλος Stephen Engelberg έβγαζε $343,463.
Οι
αιτιάσεις που κάνουν λόγο για αλόγιστο κέρδος με πρόσχημα το “Δημόσιο
Συμφέρον”, πολλαπλασιάζονται και το μοντέλο της ProPublica δεν
εμφανίζεται ούτε ιδανικό ούτε εύκολα γενικεύσιμο.
Ίσως το
σημαντικότερο σημείο, που θα έπρεπε να σταθεί κάποιος είναι η επισήμανση
του καθηγητή Τόντ Γκίτλιν του πανεπιστημίου της Κολούμπια, ότι η ίδια η
ύπαρξη των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων βασίζεται σε φορολογικές
πολιτικές που ευνοούν τη δημιουργία τους. Κατέληξε μάλιστα στο
συμπέρασμα ότι εν τέλει η δημόσια πολιτική και μόνο αυτή καθορίζει ποιο
είδος δημοσιογραφίας θα επιβιώσει. Στην εποχή της δεινής κρίσης του
Τύπου, η ερευνητική δημοσιογραφία, που είναι η βάση της ενημέρωσης,
επιβιώνει στο πλαίσιο κερδοσκοπικών επιχειρήσεων και γίνεται δημόσιο
αγαθό, με τη στήριξη μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων.
Σε κάθε
περίπτωση, η τιμή της καταρρέουσας παραδοσιακής δημοσιογραφίας
διασώζεται, ανοίγοντας όμως το δρόμο της… έρευνας για τα κίνητρα, τη
διαφάνεια και την πραγματική σχέση της νέας ερευνητικής δημοσιογραφίας
με το “Δημόσιο Συμφέρον”.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
https://www.propublica.org/about/
Gray. J. (2012) The Data Journalism Handbook. Routelge, London, 2012
Levina Marina, “Post Global Network and everyday life”, New York
Markwald Nicole., Αναστασοπούλου Ειρήνη., “Δημοσιογραφικά πουλ Κοινής Ωφέλειας” στο http://www.dw.com
Παπαδοπούλου Λαμπρινή, “Δυο παραδείγματα ερευνητικής δημοσιογραφίας που αλλάζουν τον κόσμο” στο www.journalism.gr
Παπακωνσταντίνου Πέτρος, “H αβέβαιη άνοιξη του ψηφιακού Τύπου”, εφημερίδα Καθημερινή, 2011
Parasie
S., Dagiral E., Data driven journalism and the public good: “Computer-
assisted reporters” and “programmer- journalists” in Chicago, New Media
&Society November 18, 2012
Usher N.,
Lewis S., Open Source and Journalism: Toward New Frameworks for
Imagining News Innovation, Media Culture Society, July 2013, vol 35,
no.5